"I Am: Celine Dion" - Ο φόβος που γίνεται ελπίδα

Το μουσικό στιλ της Σελίν Ντιόν αφορούσε και αφορά ως επί το πλείστον τα μεγάλα συναισθήματα, τις μεγάλες έννοιες. Τον έρωτα άνευ όρων, την ερωτική απογοήτευση, τον θάνατο, τη ζωή. Όπως και να το κάνουμε, η φωνή της ήταν πάντα εκεί στις πιο χαρούμενες, πιο θλιβερές, πιο δύσκολες και θριαμβευτικές στιγμές εκατομμυρίων ανθρώπων στον κόσμο, πηγή δύναμης και έμπνευσης.

ΠΡΟΒΟΛΗ

Η φωνή της είναι το βασικό μέρος του θρύλου της, ο «μαέστρος της ζωής της», όπως ομολογεί και η ίδια. Η φωνή της, την οποία προστάτευσε όλα αυτά τα χρόνια απόλυτα ασκητικά, φροντίζοντάς την σαν να είναι το πιο σπάνιο διαμάντι, ένα είδος προς εξαφάνιση, με επαρκή ξεκούραση και φωνητική ανάπαυση, με περίεργες φωνητικές ασκήσεις και αυστηρή πειθαρχία. Ακόμα κι αυτή η εφ’ όρου ζωής φροντίδα και αγάπη, όμως, δεν μπόρεσαν να κρατήσουν τη φωνή αυτή αλάβωτη. Κι ό,τι την όριζε ως σήμερα, τώρα παλεύει να μην το χάσει.

Αν και η ακριβής διάγνωση έγινε γνωστή μόλις πριν από λίγα χρόνια, η ίδια βίωνε τα περίεργα συμπτώματα της πάθησής της ήδη πριν από πολλά χρόνια. Μπορεί να θυμηθεί πως αντιμετώπιζε κάποια προβλήματα κάποια φορά την ώρα του ζεστάματος, όπου η φωνή της έσπαγε και μετά δυσκολευόταν να φτάσει ορισμένες νότες. «Αυτό με τρόμαξε λίγο», σχολιάζει. Στη συνέχεια, εξηγεί ότι όταν αναπνέει, οι πνεύμονές της λειτουργούν καλά, αλλά οι μύες στο στήθος της ενίοτε «σκληραίνουν», δυσκολεύοντάς την στο να τραφουδήσει. «Μου είναι πολύ δύσκολο να το ακούω αυτό και να σας το δείχνω», λέει κλαίγοντας. «Δεν θέλω να το ακούει αυτό ο κόσμος».

Η Σελίν Ντιόν, η οποία κυκλοφόρησε τον πρώτο της δίσκο σε ηλικία μόλις 13 ετών, το 1981, κατάφερε να στέκεται σήμερα ως ένας από τους τελευταίους εναπομείναντες στύλους στο πάνθεον των καλλιτεχνών μιας πολύ συγκεκριμένης κι «ευάλωτης» κατηγορίας καλλιτέχνη, αυτής της ποπ ντίβας. Επηρεασμένος και από τον κόσμο της όπερας, ο όρος «ντίβα» μπορεί και να καταλήγει ακραία σεξιστικός, περιγράφοντας συχνά μια διάσημη γυναίκα καλλιτέχνη, η οποία συμπεριφέρεται υπεροπτικά και έχει παράλογες απαιτήσεις ή, ακόμα χειρότερα, μπορεί να αναφέρεται πιο αρχετυπικά (αν σκεφτεί κανείς και την περίπτωση της Μαρία Κάλλας) σε μια γυναίκα η οποία πρέπει να υποφέρει, να πονέσει για την τέχνη της.

Μπορώ να σκεφτώ πολλές αντίστοιχές της, την Μπάρμπρα, την Γουίτνεϊ, την Αρίθα, την Ντόλι, την Τίνα, τη Μαντόνα, την Μαράια. Όλες τους μοιράζονταν κάποια κοινά χαρακτηριστικά: ήταν όλες εξαιρετικά πειθαρχημένες, επιβλητικές καλλιτεχνικά και υπήρξαν στη ζωή μας δυνατές φωτοβολές, με τις οποίες μπορέσαμε κάπως να βρούμε το δρόμο μας. Και σήμερα διψάμε όλοι από την έλλειψη μιας τέτοιας ντίβας. Και όχι, η Τέιλορ Σουίφτ δεν ανήκει επουδενί σε αυτήν την κατηγορία. Πριν την επιτυχία της Σουίφτ, άλλωστε, η Σελίν Ντιόν υπήρξε μια από τις πιο επιτυχημένες καλλιτέχνιδες στην ιστορία της ποπ μουσικής, με πάνω από 170 εκατομμύρια πωλήσεις δίσκων. Μια καριέρα που διακόπηκε απότομα το 2022, όταν έκανε γνωστή την ασθένειά της και ακύρωσε την ευρωπαϊκή της περιοδεία. Έκτοτε δεν έχει εμφανιστεί πουθενά.

Τo δύσκολο με τα ντοκιμαντέρ των ποπ σταρ είναι το ότι πολύ συχνά ο θεατής μπορεί να χαθεί ανάμεσα στο τι αντιστοιχεί στην πραγματικότητα και τι όχι. Όμως με την Ντιόν, αν την έχεις παρακολουθήσει έστω και λίγο, μπορείς να αναγνωρίσεις το φέρσιμό της και έτσι να βεβαιωθείς ότι δεν θα σε κοροϊδέψει. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για μια επίδειξη καλλιτεχνικής ματαιοδοξίας. Σε καμία περίπτωση. Άλλωστε, όλη της η ζωή ήταν πάντα ένα ανοιχτό βιβλίο, από την αρχή παραδομένη στις κάμερες. Η οικογένειά της στον Καναδά, ο σύντροφος της ζωής της, Ρενέ, τα παιδιά της και, τώρα, η ασθένειά της.

Σκηνοθετημένο από την υποψήφια για Όσκαρ Irene Taylor, το ντοκιμαντέρ Am: line Dion”, διαθέσιμο στο Prime Video, παρακολουθεί την τραγουδίστρια να αφηγείται σε πρώτο πρόσωπο το πώς ζει με την ασθένειά της, το Σύνδρομο Δυσκίνητου Ανθρώπου (Stiff-Person Syndrome, SPS). Πρόκειται για μια σπανιότατη νευρολογική διαταραχή που προσβάλλει έναν άνθρωπο στο 1 εκατομμύριο και που, σύμφωνα με ειδικούς από την Κλινική Κινητικών Διαταραχών του Πανεπιστημίου του Γιέιλ, αποτελεί μάλλον μια αυτοάνοση νόσο κατά την οποία τα κύτταρα του ανοσοποιητικού επιτίθενται στα υπεύθυνα για τη μυική κίνηση κύτταρα του κεντρικού νευρικού συστήματος.

Ανεπιτήδευτη, οικεία, με τα γκρίζα στα μαλλιά της να φαίνονται, χωρίς μακιγιάζ και χωρίς φίλτρα, η 56χρονη Σελίν Ντιόν περιφέρεται στην έπαυλή της και μιλάει στην κάμερα για τα πρώτα ανησυχητικά συμπτώματα, που ξεκίνησαν 17 χρόνια πριν, για τη μάχη της να φτάσει στην πολυπόθητη διάγνωση, για τα εμπόδια που έφερε η σπάνια αυτή πάθηση στην καριέρα της. Την παρακολουθούμε να παίζει με τους τρεις γιους της, να ταΐζει τον σκύλο της, να θηλάζει ένα ινδικό χοιρίδιο με μια σύριγγα, να φτιάχνει τον καφέ της, να σκουπίζει το πάτωμά της, να θυμάται την καριέρα της.

Ακόμα και η «ελαφρότητά» της, την οποία αγαπούν ακόμη κι όσοι δεν συγκινούνται τόσο από το ρεπορτόριό της, δεν είναι αυτό που κυριαρχεί στις σκηνές αυτού του ντοκιμαντέρ, καθώς παρουσιάζεται κυρίως μέσα από αποσπάσματα που ενσωματώνονται ως αναδρομές. Αυτό που πρωταγωνιστεί είναι η ασθένειά της. Βλέπουμε διακριτικά σημάδια αυτής, κάποια ακίνητα δάχτυλα, λίγη δυσκολία στο περπάτημα, λίγη χαμένη ισορροπία. Όπως εξηγεί και η ίδια, «δεν φαίνεται».

Την βλέπουμε επίσης να μεταφέρεται σε μια τεράστια αποθήκη, όπου φυλάσσεται, επί της ουσίας, όλη της η ζωή. Όλη η καριέρα της. Τα ρούχα της, τα παπούτσια της από τις εμφανίσεις της, look που άφησαν εποχή, σκηνικά, τα παιχνίδια και οι ζωγραφιές των παιδιών της. Μια ολόκληρη ζωή μέσα σε μια αποθήκη. Στο παρελθόν μπορεί να στρίμωχνε τα πόδια της μέσα στα παπούτσια που ήθελε να φορέσει, θυμάται όμως πως εκείνη τα περπατούσε και όχι αυτά εκείνη. 

Ακριβώς λόγω της διακριτικότητας της ασθένειάς της, οι όποιες δραματικές στιγμές του ντοκιμαντέρ είναι απαλλαγμένες από οποιοδήποτε στιλιζάρισμα, κι αυτό γιατί η θλίψη υπάρχει όπως και να ‘χει, όπως και η τραγική συνειδητοποίηση ότι η Σελίν Ντιόν που όλοι ξέραμε και αγαπούσαμε ίσως να μην υπάρξει ποτέ η ίδια. Η γυναίκα που βλέπουμε θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε, ένας άνθρωπος που απλώς θέλει να ζήσει όπως ζούσε.

Κι εκεί που νομίζεις ότι τα έχεις δει όλα στη ζωή, έρχεται μία από τις τελευταίες σκηνές να σε ταρακουνήσει. Μια έντονη κρίση σπασμών. Το σώμα της Σελίν αδρανοποιείται και σκληραίνει μπροστά στην κάμερα. Δεν μπορεί να μιλήσει ή να κουνήσει τίποτα άλλο, εκτός από το αριστερό της χέρι. Χρησιμοποιεί αυτό το χέρι για να επικοινωνήσει, μέσω της αφής, με τα άτομα γύρω της, τα οποία της χορηγούν ένα φάρμακο και την επαναφέρουν σε μια κάποια κανονικότητα. Και μετά αρχίζει να κλαίει. Λίγα λεπτά τρόμου. Αφού ανακτήσει όλες τις λειτουργίες της, μιλάει για τη ντροπή που ένιωσε. 

Ακόμα και μια τόσο ευάλωτη στιγμή, όμως, εξυπηρετεί τον σκοπό της. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι αυτό έγινε για να δούμε πόσο αισιόδοξη είναι η τραγουδίστρια για το ότι θα επανέλθει πλήρως, ώστε να χαρούμε για τον θρίαμβό της. Ή, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι θέλει απλώς να είναι απόλυτα ειλικρινής και διαφανής. Ακόμα κι αν ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται αυτήν την ασθένεια είναι ξεχωριστός, καθώς εκείνη έχει όλα τα μέσα να την αντιμετωπίσει, σε αντίθεση με άλλους, η γενναιότητά της να ενημερώσει και να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο είναι αξιομνημόνευτη. Έτσι, όσοι παλεύουν με αντίστοιχες ασθένειες και αναπηρίες θα αισθανθούν, ίσως, λιγότερο μόνοι και περισσότερο δυνατοί.

Το ντοκιμαντέρ αφήνει να υπονοηθεί ότι στο μέλλον αναμένεται να δούμε ξανά τη Σελίν Ντιόν στη σκηνή. Το θέλουμε. Το ονειρευόμαστε. Το περιμένουμε πώς και πώς. Για τη Σελίν, το να είσαι πάνω στη σκηνή σημαίνει να υπάρχεις. «Πίστευα πως ήμουν πολύ καλή», λέει σε κάποια στιγμή του ντοκιμαντέρ. «Πίστευα ότι είχα κάποια πράγματα που ήταν καταπληκτικά. Αλλά υπήρξαν στιγμές που έπρεπε να πάω στο στούντιο και μου ζητούσαν να τους δώσω την Σελίν Ντιόν. Ποια είναι η Σελίν Ντιόν;».

Ανάμεσα στην τελειότητα και στην εαυλωτότητα, η Σελίν Ντιόν παραδέχεται ότι όλη της τη ζωή ήθελε να λάμπει μόνο μέσα από τη φωνή της. Το ντοκιμαντέρ αυτό μας δείχνει ότι δεν ξεχωρίζει μόνο για τη σπουδαία φωνή της, αλλά πολύ περισσότερο για το θάρρος της και τη γενναιότητά της. Με αυτό το θάρρος που την ξεχωρίζει, μας υπόσχεται ότι θα τη δούμε ξανά πάνω στη σκηνή, ακόμα κι αν πρέπει να συρθεί μέχρι εκεί. Και έτσι πιστεύουμε την κάθε της λέξη.

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ